- σταγονίδιο
- τομικρή σταγόνα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σταγονίδιο — το, Ν 1. μικρή σταγόνα («σταγονίδια νερού») 2. μτφ. μικρή ποσότητα, μικρός αριθμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < σταγόνα + υποκορ. κατάλ. ίδιο. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στο περιοδικό Προμηθεύς] … Dictionary of Greek
ηλεκτρόνιο — Στοιχειώδες σωμάτιο με μάζα ηρεμίας m0 = 9,109 · 10 28 γραμμάρια, ίση προς 1/1.840 της μάζας του πρωτονίου, και του οποίου το φορτίο ισούται με 1,6 · 10 19 κουλόμπ. Αυτό το φορτίο μπορεί να είναι αρνητικό ή θετικό. Η ονομασία η. αναφέρεται συχνά… … Dictionary of Greek
Μίλικαν, Ρόμπερτ Άντριους — (Robert Andrews Millikan, Μόρισον, Ιλινόις 1868 – Πασαντίνα, Καλιφόρνια 1953). Αμερικανός φυσικός. Για πολλά χρόνια υπήρξε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σικάγο και το 1921 ανακηρύχθηκε διευθυντής του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Καλιφόρνιας στην … Dictionary of Greek